αδενολογία

αδενολογία
η
(ιατρ.), η μελέτη των αδένων και των ασθενειών τους.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • αδενολογία — η Ιατρ. η ανατομική, φυσιολογική και νοσολογική μελέτη των αδένων. [ΕΤΥΜΟΛ. Ελληνογενές < ἀδ ήν, ένος + λογία < λέγω, πρβλ. αγγλ. adenology] …   Dictionary of Greek

  • -λογία — (AM λογία) β συνθετικό αφηρημένων θηλυκών ονομάτων που σχηματίστηκαν από ονόματα σε λόγος ή από ρ. σε λογώ και ανάγονται στο ρ. λέγω είτε με τη σημασία τού «μιλώ», άρα και τού «ασχολούμαι με κάτι» (πρβλ. αερολογία, ευφυολογία, φιλολογία), είτε με …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”